Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι σε κανένα δεν του αρέσει να του μειώνουν τον μισθό του.
Δεν είναι μόνο αυτό που έχουμε μάθει ως δεδομένο εδώ και περισσότερα από 50 χρόνια, ότι δηλαδή το λογικό και αυτονόητο είναι οι μισθοί να αυξάνονται συνεχώς.
Ούτε ότι η μείωση του μισθού μπορεί να θεωρηθεί -και λογικά- από τους περισσότερους μας, ως μια προσπάθεια από τον εργοδότη μας να την γλυτώσει αυτός εις βάρος μας. Είπαμε, “Την κρίση να πληρώσει η πλουτοκρατία”.
Είναι ότι στην πράξη -και αυτό “πονάει” πιο πολύ- οι περισσότεροι από εμάς έχουμε σχεδιάσει το μέλλον μας και έχουμε καθορίσει τις ανάγκες μας και τις δόσεις των δανείων μας, με βάση τις τωρινές αποδοχές μας και ίσως -πραγματοποιώντας μια γραμμική προέκταση του παρελθόντος στο απώτερο μέλλον- και στις “σίγουρες” κατοπινές μισθολογικές αυξήσεις μας.
Ακόμη και εγώ -που από τα παρακάτω είμαι σίγουρος ότι κάποιοι θα με χαρακτηρίσουν ως νεοφιλελεύθερο ή ως ένα στυγνό καπιταλιστικό “γουρούνι”- έχω να δηλώσω απερίφραστα ότι δεν μου αρέσει καθόλου να μου μειώνουν τον μισθό μου, γιατί το θεωρώ σαν μια μείωση της προσωπικής μου αξίας, καθώς και μια ευθεία προσβολή της ίδιας της προσωπικότητάς μου.
Όμως δυστυχώς η αλήθεια είναι για μια ακόμη φορά διαφορετική και όπως και τις περισσότερες φορές, πολύ σκληρή με όλους μας.
Έτσι είναι γεγονός ότι μέσα σε ένα πληθωριστικό περιβάλλον, οι μισθοί πρέπει να αυξάνονται όπως άλλωστε αυξάνονται οι τιμές σχεδόν όλων των προϊόντων και υπηρεσιών.
Αυτός είναι κατά την γνώμη μου και ένας από τους κυριότερους λόγους, για τους οποίους το οικονομικό σύστημα που έχει επιλεγεί από τους διοικούντες και πολιτικούς σχεδόν σε όλο τον πλανήτη τα τελευταία σχεδόν 100 χρόνια, είναι αυτό του δημιουργίας ανάπτυξης μέσω ενός “ήπιου” πληθωρισμού.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι ο μακροχρόνιος πληθωρισμός ο οποίος απλά δημιουργείται με την αύξηση της παροχής χρήματος και χωρίς την ανάλογη αύξηση της παραγωγής, κάποια στιγμή δημιουργεί αναπόφευκτα φούσκες, ακόμη και στους μισθούς.
Επειδή όμως είναι αδύνατον να ανεβαίνει κάτι συνεχώς και “εις τον αιώνα τον άπαντα", όταν μοιραία αυτή η πληθωριστική φούσκα σκάσει, τότε αυτός που αναλαμβάνει να μειώσει τις φουσκωμένες τιμές είναι ο θεωρούμενος ως “κακός” αποπληθωρισμός.
Και μπορεί στα ραπανάκια οι τιμές να μειώνονται σχετικά εύκολα διότι οι μόνοι που διαμαρτύρονται είναι οι παραγωγοί τους, στους μισθούς όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.
Αυτό γιατί εκεί φωνάζουν όλοι μαζί και ειδικά τα συνδικάτα. Και το πρόβλημα είναι, ότι σχεδόν πάντα βρίσκονται πολιτικοί πρόθυμοι για να ικανοποιήσουν αιτήματα όπως το πάγωμα ή ακόμη και η αύξηση των μισθών εν μέσω αποπληθωρισμού και ύφεσης, ενώ από την άλλη δεν βρίσκεται σχεδόν κανένας να “υπογράψει” για μείωση, διότι σε μια τέτοια περίπτωση γνωρίζουν καλά ότι είναι σαν να υπογράφουν την πολιτική τους “καταδίκη”.
Όμως η αλήθεια είναι ότι μέσα σε ένα γνήσια αποπληθωριστικό περιβάλλον, οι μισθοί πρέπει να μειώνονται. Αυτό γιατί τότε, η αγοραστική δύναμη των μισθών εξισορροπείται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την πτώση των τιμών και στα υπόλοιπα προϊόντα, οι τιμές των οποίων πέφτουν και αυτές το ίδιο και ίσως περισσότερο, “χτυπημένες” από τον αποπληθωρισμό.
Αυτό είναι απαραίτητο να συμβεί για να αποκατασταθεί ξανά η ισορροπία σε τιμές, κόστη, και μισθούς σε χαμηλότερα επίπεδα, έτσι ώστε να καταστεί ξανά δυνατή η επίτευξη επιχειρηματικών κερδών, τα οποία και είναι άκρως απαραίτητα για την παραγωγή πλούτου της κοινωνίας και την αύξηση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της.
Όσο πιο γρήγορα γίνουν αυτές οι μειώσεις τόσο γρηγορότερα η οικονομία θα καταφέρει να “πατήσει” σε μια νέα στέρεα “βάση” χαμηλότερα, για να αρχίσει να ανεβαίνει ξανά.
Άλλωστε οι υφέσεις στην πραγματικότητα προκαλούνται πρωτίστως από τις ανισορροπίες μεταξύ κόστους, τιμών, μισθών και περιθωρίων κέρδους, λόγω της πρότερης απότομης και χωρίς τα απαραίτητα θεμελιώδη αύξησης σε αυτά, με αποτέλεσμα σχεδόν πάντα να έχουν δημιουργηθεί πολλές "άστοχες" επενδύσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της λανθασμένης διαχείρισης των μισθών, αποτελεί κατά την γνώμη μου η διάρκεια και η ένταση της μεγάλης ύφεσης στην Αμερική την δεκαετία του 30. Όταν λοιπόν έσκασε η φούσκα των μετοχών το 29 και ήρθε ο αποπληθωρισμός, τα τότε συνδικάτα των Αμερικανικών βιομηχανιών αντιστάθηκαν σθεναρά στην μείωση των μισθών και κατάφεραν να περάσουν με την βοήθεια του πολιτικού συστήματος, νόμους και περιορισμούς στην μείωση των μισθών για τα μέλη τους.
Αυτό οδήγησε τελικά σε μεγαλύτερη ανεργία και παρέτεινε την κρίση, διότι ουσιαστικά επέτεινε την ανισορροπία του συστήματος δημιουργώντας δύο κατηγορίες εργαζομένων: Των προνομιούχων που είχαν εργασία και μάλιστα με “πληθωριστικούς” μισθούς μέσα σε ένα αποπληθωριστικό περιβάλλον και των άνεργων που στην κυριολεξία αποτέλεσαν τον “αποδιοπομπαίο τράγο” της εποχής, γυρνώντας από συσσίτιο σε συσσίτιο.
Έτσι και τώρα μια παρόμοια ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται στην Ελληνική πραγματικότητα, με τους μισθούς και τις συντάξεις ιδίως στο δημόσιο να αυξάνονται για πολλά χρόνια μέσα σε ένα πληθωριστικό περιβάλλον, χωρίς όμως οι αυξήσεις αυτές να βασίζονται επάνω σε μια αντίστοιχη αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας, παρά μόνο στα δανεικά του κράτους.
Έτσι κάποια στιγμή καταλήξαμε πολλοί από εμάς να παίρνουμε μισθούς και συντάξεις Γερμανίας, έχοντας όμως στην πραγματικότητα παραγωγικότητα χειρότερη και από την Μποτσουάνα.
Διότι δεν λέω μπορεί κάποιος να εργάζεται και να παράγει ανάλογα με τον μισθό του, αλλά αν ο γείτονας του κάθεται και πληρώνεται, τότε μοιραία αυτός πρέπει να παράγει και για τον γείτονα, αν θέλουμε να αυξάνουμε τους μισθούς χωρίς να προκαλούμε φούσκα.
Κατά συνέπεια λοιπόν και εξαιτίας της άρνησης της κυβέρνησης να μειώσει τους μισθούς και τις συντάξεις, έχουμε φτάσει τώρα σε ένα σημείο χειρότερο από αυτό της μεγάλης ύφεσης στη Αμερική της δεκαετίας του 30, διότι εκτός των υψηλών μισθών στο δημόσιο, εμείς έχουμε και άλλα σοβαρά προβλήματα(τη μη εφαρμογή των νόμων, τη φορολογία, τη γραφειοκρατία) τα οποία καθιστούν το Ελληνικό περιβάλλον εξαιρετικά αφιλόξενο για την επίτευξη επιχειρηματικών κερδών και ως τούτου την παραγωγή του απαραίτητου για την αύξηση του βιοτικού μας επιπέδου, οικονομικού πλούτου.
Έχω την άποψη λοιπόν ότι αυτό που δεν τολμά να πράξει τώρα η κυβέρνηση, δηλαδή να μειώσει δραστικά τους μισθούς και τις συντάξεις στο δημόσιο, θα το κάνει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό και επί δικαίων και αδίκων η ίδια η οικονομική φύση, δια μέσω της έλευσης της νέας δραχμής.
Δυστυχώς η αίσθηση μου τώρα πια είναι, ότι η ιστορία και η μοίρα δεν θα μπορούσαν να “σκηνοθετούσουν” ένα πιο “σαδιστικό” τέλος για όλους αυτούς που με την εφαρμογή ενός λανθασμένου πολιτικοοικονομικού συστήματος, ευθύνονται στην πραγματικότητα για αυτήν την “δραματική” κατάσταση που επικρατεί στα περισσότερα κράτη της Δύσης.
Να εξευτελιστούν δηλαδή και να εκδιωχθούν τελικά από τα “χέρια” όλων αυτών που τόσα χρόνια ευεργετούσαν, μοιράζοντας τους ψεύτικο πλούτο με χρέη και δανεικά.
Ο “Καθηγητής Λυκείου”