Όσοι ακούνε στις μέρες
μας για καταρρεύσεις κοινωνιών, πολιτισμών
και κρατών τις περισσότερες φορές γελάνε
με την ψυχή τους, θεωρώντας μάλλον πως
πρόκειται είτε απλά για τις ανοησίες
κάποιου “αρπαγμένου” καταστροφολόγου
ή στην καλύτερη των περιπτώσεων για τα λόγια κάποιου
κομπλεξικού που στην προσπάθεια του να
γίνει το κέντρο του ενδιαφέροντος, τα
λέει όλα αυτά για να τραβήξει την προσοχή
των άλλων, προσπαθώντας με αυτόν τον
τρόπο να εκμεταλλευτεί την παρατεταμένη
οικονομική κρίση την οποία βιώνουμε.
Όποιος όμως μελετά
συστηματικά την παγκόσμια ιστορία,
γνωρίζει πολύ καλά πώς όλα σχεδόν τα πράγματα έχουν τον κύκλο τους και έτσι η κατάρρευση
μιας κοινωνίας ή ενός κράτους, αποτελεί
ένα συνηθισμένο φαινόμενο το οποίο
επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, απλά και
μόνο με διαφορετικούς κάθε φορά
πρωταγωνιστές.
Έτσι τώρα όλοι αυτοί
οι “αφελείς” που κοντόφθαλμα σου
απαντούν ότι “Δεν γίνονται αυτά τα
πράγματα ρε φίλε”, στην ουσία για να
σου αποδείξουν την αλήθεια της άποψής
τους, είναι σα να σου λένε: “Μα αφού
εκατό χρόνια τώρα δεν πέθανε.... τώρα θα
πεθάνει;”
Όμως αρκεί κανείς απλά
να θυμηθεί αυτούς που γελούσαν στην
πρόβλεψη ότι κάποια στιγμή ο κομουνισμός
θα καταρρεύσει, για να καταλάβει ότι
στις περισσότερες των περιπτώσεων το
θέμα δεν είναι το εάν θα καταρρεύσει
ένα κράτος, μια κοινωνία ή ένα οικονομικό
σύστημα, αλλά το πότε.
Και αυτό γιατί η ιστορία
είναι γεμάτη από πάμπολλα παραδείγματα
καταρρεύσεων τόσο μικρών κοινωνιών και
μικρών πολιτισμών όπως των Μάγιας, όσο
και μεγάλων κρατών ακόμη και παγκόσμιων
αυτοκρατοριών όπως η Ρωμαϊκή και η
Βυζαντινή Αυτοκρατορία και αυτό ίσως γιατί στην παγκόσμια οικονομική ιστορία
απ' ότι φαίνεται μάλλον δεν
ισχύει το “Too big to fail”.
Οι λόγοι λοιπόν για
όλες αυτές τις μεγαλοπρεπείς καταρρεύσεις
μπορεί να ήταν είτε η εξάντληση των
φυσικών και οικονομικών πόρων, είτε μια
μεγάλη φυσική καταστροφή, είτε κάποιες
“βαρβαρικές” επιδρομές, είτε τέλος
μια οικονομική δυσπραγία και μια
κοινωνική δυσλειτουργία λόγω πολιτικής
ανικανότητας.
Όμως αν μελετήσει κανείς
πιο προσεκτικά όλες αυτές τις καταρρεύσεις,
θα διαπιστώσει ότι σχεδόν όλες οι
κοινωνίες πριν καταρρεύσουν είχαν
κάποια κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ
τους, σημάδια μιας παρατεταμένης παρακμής
τα οποία και στην πραγματικότητα
αποτέλεσαν την πραγματική αιτία της
κατάρρευσης τους.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν
ότι μετά από πολλές και σοβαρές οικονομικές
κρίσεις, φυσικές καταστροφές καθώς και
πολλούς πολέμους αλλά και προσπάθειες
εισβολής των “αλλόθρησκων”, μια
συγκεκριμένη κοινωνία κατάφερνε πάντα
να επανακάμψει δριμύτερη, για να
καταρρεύσει όμως τελικά αργότερα στην
πραγματικότητα όχι για κάποιον από τους
παραπάνω λόγους, αλλά επειδή η ίδια ήταν
πια εξαιρετικά ευάλωτη και έτοιμη για
να καταρρεύσει.
Εδώ θα πρέπει
να τονίσουμε ότι με τον όρο κατάρρευση
ουσιαστικά ευνοούμε είτε ένα προσωρινό
κενό εξουσίας και το χάος που το ακολουθεί, είτε την διάσπαση μιας
κοινωνίας ή ενός κράτους και την μετάβαση
του από μια κεντρικοποιημένη εξουσία
σε άλλες μικρότερες και περιφερειακές
και φυσικά την προσγείωση του βιοτικού
επιπέδου των πολιτών του σε πολύ
χαμηλότερα επίπεδα από ότι αυτά ήταν
κατά την διάρκεια της ακμής του.
Η άνοδος ...
Μια κοινωνία λοιπόν
ξεκινά σχεδόν πάντα την πορεία της προς
την ευημερία και την οικονομική επιτυχία
συνήθως μετά από μια παρατεταμένη
περίοδο φτώχειας, είτε εξαιτίας κάποιου
πολέμου στο τέλος του οποίου η οικονομία
της είναι πια διαλυμένη και το βιοτικό
επίπεδο των πολιτών σχεδόν μηδενισμένο,
είτε εξαιτίας μιας μακροχρόνιας υιοθέτησης ενός λανθασμένου
οικονομικοπολιτικού συστήματος.
Έτσι λοιπόν όταν μοιραία
κάποια στιγμή διαμορφωθούν οι σωστές
οικονομικοπολιτικές προϋποθέσεις, οι
άνθρωποι μην έχοντας σχεδόν τίποτε πια
δουλεύουν σχεδόν νύχτα-μέρα, αναζητώντας
συνεχώς νέους τρόπους για να παράγουν
όλο και περισσότερο και έτσι να καταφέρουν
να αυξήσουν το βιοτικό τους επίπεδο.
Και όλα αυτά μην
περιμένοντας σχεδόν τίποτε από το
διαλυμένο κράτος, με αποτέλεσμα τον
κυρίαρχο ρόλο στην ανάπτυξη να τον
αναλαμβάνει κυρίως ο ιδιωτικός τομέας, ο οποίος φυσικά είναι και ο κατ' εξοχήν αρμόδιος
στην βέλτιστη αξιοποίηση των οικονομικών
πόρων.
Τότε λοιπόν αρχίζει να
αυξάνεται κατακόρυφα η παραγωγικότητα,
αρχικά λόγω της σωστής και ενδεδειγμένης
διαχείρισης των διαθέσιμων οικονομικών
πόρων και των λιγοστών κεφαλαίων και
κατόπιν μέσω μιας “έκρηξης” των
επενδύσεων στην περιοχή που σχεδόν
πάντα ακολουθεί και οι οποία οδηγεί στην ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της
παραγωγής μέσω της καινοτομίας και της
εξέλιξης της τεχνολογίας και όλα αυτά
με ένα σχετικά μικρό κόστος.
Κατά την περίοδο αυτή
τα έργα υποδομής είναι πολλά και
αποδοτικά, μιας και βρισκόμαστε στην
αρχή και ουσιαστικά δεν υπάρχει σχεδόν
τίποτε, ενώ από την άλλη τα κεφάλαια
είναι σπάνια και πολύτιμα και έτσι
αξιοποιούνται σχεδόν στο έπακρο, όχι
μόνο από τον ιδιωτικό τομέα αλλά ακόμη
και από το ίδιο το κράτος.
Επιπλέον η κοινωνία
στα αρχικά αυτά στάδια είναι σχετικά
απλή στη δομή της και έτσι δεν υπάρχει
σπατάλη πολύτιμων οικονομικών πόρων
για την διατήρηση πολύπλοκων κοινωνικών
δομών και κρατικών υπηρεσιών.
και η παρακμή...
Με την πάροδο
του χρόνου όμως και ενώ το βιοτικό
επίπεδο των πολιτών αυξάνεται συνεχώς,
η κοινωνία αρχίζει να γίνεται όλο και
πιο πολύπλοκη και έτσι φτάνει κάποια
στιγμή σε ένα σημείο που δεν μπορεί πια
εύκολα να αναπτυχθεί περαιτέρω ή
δυσκολεύεται ακόμη και να διατηρηθεί
σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο και έτσι
χρειάζεται όλο και περισσότερη εισαγωγή
ενέργειας με την μορφή εργασίας, πρώτων υλών,
υλικών και προϊόντων, είτε μέσω μιας
πιο εξειδικευμένης και αποδοτικότερης
εργασίας, είτε μέσω επίτευξης πολλών
και συνεχόμενων νέων επιστημονικών
ανακαλύψεων και μιας συνεχούς εξέλιξης
της υπάρχουσας τεχνολογίας.
Από την άλλη
όμως με την συνεχή αύξηση του βιοτικού
επιπέδου της κοινωνίας ο ζήλος και η
όρεξη των περισσότερων πολιτών για
πλούτο και μεγαλύτερη ευημερία αρχίζει
να μειώνεται, ενώ ταυτόχρονα πολλές
παροχές βασικών αγαθών και υπηρεσιών
αρχίζουν πια να θεωρούνται δεδομένες
και αυτονόητες.
Έτσι σιγά σιγά
η νοοτροπία των πολιτών αλλάζει και
φαινόμενα λαϊκισμού, διαφθοράς, κακοδιαχείρισης
και καταπάτησης των νόμων αρχίζουν να
γίνονται όλο και πιο συχνά.
Όμως όσο οι
εισροές ενέργειας για την διατήρηση
του πολιτισμού και του βιοτικού επιπέδου
των πολιτών αυξάνονται εκθετικά, το
τελικό αποτέλεσμα ανά μονάδα εισόδου
η οποία μετράται στην έξοδο είτε από
την άποψη της συνολικής παραγωγής, είτε
μέσω των δημόσιων αγαθών και των υπηρεσιών
που παρέχονται από το κράτος και την
πολιτεία, αρχίζει να μειώνεται στην
αρχή αργά αλλά σταθερά και στο τέλος
και πριν την τελική κατάρρευση σχεδόν
εκθετικά.
Έτσι το κράτος
στην προσπάθειά του να σταματήσει την μείωση αυτή, αρχίζει να ζητά από
τους πολίτες να καταβάλουν σταδιακά
όλο και μεγαλύτερους φόρους, αλλά σχεδόν
πάντα το τελικό αποτέλεσμα είναι από
την μια να στερούνται πολύτιμοι πόροι
από τον ιδιωτικό τομέα, ενώ από την άλλη
οι πολίτες να παίρνουν σταδιακά όλο και
λιγότερες αλλά και πιο υποβαθμισμένες
κυβερνητικές υπηρεσίες.
Κατά συνέπεια λοιπόν η γραφειοκρατία που αρχικά είχε σαν
σκοπό την οργάνωση και την καλύτερη
λειτουργία του κράτους και της κοινωνίας,
σταδιακά μετατρέπεται τόσο σε μια
αναποτελεσματική μηχανή, όσο και σε ένα
εμπόδιο στη βελτίωση της ίδιας της
οικονομίας, γιατί αρχίζει ουσιαστικά
να ενδιαφέρεται περισσότερο για τη δική
της διαιώνιση, παρά το να προσφέρει όλο
και καλύτερες υπηρεσίες στην κοινωνία.
Έτσι λοιπόν οι ελίτ που
διαχειρίζονται τους θεσμούς της
κοινωνίας, αρχίζουν σιγά-σιγά να
ασχολούνται περισσότερο με το δικό τους
μερίδιο σε μια όλο και συρρικνούμενη
πίτα και όλα αυτά πάντα εις βάρος της
ευημερίας και της κοινωνίας στο σύνολό
της.
Τελικά οι ελίτ σχεδόν
πάντα καταλήγουν να λειτουργούν σαν βδέλλα
στο σώμα της κοινωνίας και αρχίζουν να
συμπεριφέρονται σαν παράσιτα “ρουφώντας”
και καταναλώνοντας τους υπερπολύτιμους
και όλο και πιο σπάνιους οικονομικούς
πόρους σε μια μη παραγωγική πια οικονομία,
συσσωρεύοντας συνεχώς πλούτο προς ιδίων
όφελος.
Κατά συνέπεια
λοιπόν η παραγωγή αρχίζει σταδιακά όλο
και να μειώνεται και έτσι η οικονομία
για μπορέσει να συντηρηθεί και να
αναπτυχθεί αυξάνοντας περαιτέρω το
βιοτικό επίπεδο του λαού της, στρέφεται
αναγκαστικά σε πιο προσοδοφόρες και
καλύτερα αμειβόμενες ασχολίες όπως
αυτές της παροχής υπηρεσιών και ειδικά
αυτές των χρηματοοικονομικών.
Έτσι μοιραία
κάποια στιγμή, η οικονομική ανισότητα
μεταξύ του πολιτών αρχίζει σταδιακά να
μεγαλώνει και αυτό φυσικά δημιουργεί
μια παρατεταμένη και συνεχώς αυξανόμενη
ένταση μεταξύ των τάξεων και των
συντεχνιών, λειτουργώντας ταυτόχρονα
αποσταθεροποιητικά και για την ίδια
την κοινωνία.
Καθώς όμως η
κοινωνία από την μια γίνεται όλο και
πιο πολύπλοκη και απαιτεί συνεχώς
εκθετικά μεγαλύτερα χρηματικά ποσά για
την υποστήριξη της, ενώ από άλλη η
παραγωγικότητα μειώνεται συνεχώς και
οι οικονομικές κρίσεις διαδέχονται η
μια την άλλη, αρχίζει να γίνεται κατανοητό
ότι η φορολογία από μόνη της δεν μπορεί
πλέον να στηρίξει την κοινωνία.
Έτσι η πολιτική ελίτ προσπαθώντας να διατηρήσει τόσο τα κεκτημένα
της όσο και αυτά των ψηφοφόρων της, από την μια εισάγει περισσότερες
ρυθμίσεις στην αγορά και άρα περισσότερη
γραφειοκρατία, ενώ από την άλλη προσπαθεί να υποκαταστήσει, αλλά ακόμη
και να αυξήσει την εισερχόμενη ενέργεια,
είτε με πίστωση και μόχλευση, είτε δια
μέσου τους ευτελισμού και της παραχάραξης
του νομίσματος.
Ή ακόμη η πολιτική και στρατιωτική ελίτ μπορεί να προσπαθήσει μέσω “εδαφικών
κατακτήσεων” να λάβει εκείνους τους
πολύτιμους οικονομικούς πόρους που
απαιτούνται για την διατήρησή της από
τους “γείτονες” της, είτε με τη βία,
είτε έξυπνα και χωρίς βία μέσω της
εκτύπωσης fiat χαρτονομισμάτων
και συναλλαγματικών “πολέμων”.
Αυτές οι μέθοδοι βέβαια σχεδόν πάντα λειτουργούν για ένα σύντομο
χρονικό διάστημα, έως ότου φυσικά αυτή
η ψευδαίσθηση που δημιουργείται με την
χρήση του χρέους και του κάλπικου
χρήματος ως καύσιμου για την ψεύτικη
αυτή ανάπτυξη, να ξεσκεπαστεί τελικά
από την ίδια την πραγματικότητα.
Έτσι λοιπόν, όταν πια το “κόστος” της συμμετοχής σε μια σύνθετη κοινωνία γίνεται για κάποιους πολίτες όλο και πιο υψηλή, είτε διαμέσου της άμεσης φορολογίας είτε μέσω της έμμεσης, δηλαδή δια της υποτίμησης του νομίσματος και του πληθωρισμού, μοιραία αρχίζει να αυξάνεται η παθητική αλλά και η ενεργητική αντίδραση των παραγωγικών μονάδων στις όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις της ιεραρχίας και κατά συνέπεια αυξάνονται όλοι αυτοί που απροκάλυπτα προσπαθούν να ξεφύγουν, ακόμη και δια της ανεξαρτητοποίησης των περιοχών τους.
Κατά συνέπεια λοιπόν η κοινωνία ουσιαστικά φτάνει πια σε μια φάση κατά την οποία γίνεται όλο και πιο ευάλωτη και έτσι μοιραία μια κατάρρευση γίνεται όλο και πιο πιθανή και αν δεν αντιστραφεί αυτή η τάση κάποια στιγμή είναι μαθηματικώς βέβαιη πια, με την τελική κατάληξη να είναι πια απλά ζήτημα χρόνου.
Όμως
στην σύγχρονη εποχή είναι γεγονός ότι
οι καταρρεύσεις είναι όλο και πιο σπάνιες
και αυτό γιατί σήμερα
υπάρχουν τόσο η ΕΕ
όσο και το ΔΝΤ, αλλά και οι κεντρικές
τράπεζες που με τα bailouts και
τα άλλα οικονομικά
“τερτίπια” τους τύπου default
swaps κτλ, αλλά
κυρίως με τα άπειρα fiat
χαρτονομίσματα τους τα οποία είναι
σχεδόν τζάμπα, είναι δυνατόν όπως
πιστεύουν οι περισσότεροι να αποτρέπουν
συνεχώς μια κατάρρευση και αυτό εις τον
αιώνα τον άπαντα.
Όμως
μπορεί σήμερα να υπάρχει το ΔΝΤ και οι
κεντρικές τράπεζες, αλλά από την άλλη
υπάρχει κατά την γνώμη μου και μεγάλη
άγνοια για το πως λειτουργεί πραγματικά
μια οικονομία και για το πώς μπορεί
κανείς να πετύχει μια πραγματική υγιή
οικονομική ανάπτυξη.
Έτσι κατά την
γνώμη μου η επόμενη κατάρρευση αν και
όταν αυτή έρθει, αυτή τη φορά δεν θα
αφορά μια μόνο οικονομία ή ένα έθνος,
αλλά θα είναι παγκόσμια γιατί
απλά και μόνο δεν γίνεται κανείς, όποιος και να είναι αυτός να
πηγαίνει για πολύ μεγάλο διάστημα κόντρα
στην ίδια την πραγματικότητα.
Και αυτό όχι
μόνο γιατί όλα Fiat χαρτονομίσματα
της ιστορίας κατέρρευσαν μαζί με τις
κοινωνίες τους, αλλά και επειδή για
πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία έχουμε
ένα τέτοιου μεγέθους παγκόσμιο οικονομικό
πείραμα το οποίο επιβιώνει ήδη για
σχεδόν εκατό χρόνια και το οποίο φυσικά
και πάντα κατά την γνώμη μου, ούτε αυτό
πρόκειται να αποτελέσει εξαίρεση στον κανόνα.
Έτσι λοιπόν μπορεί τα περισσότερα καταστροφικά
σενάρια κατάρρευσης σήμερα να περιλαμβάνουν
πυρηνικούς πολέμους, κλιματικές
διαταραχές, διακοπές σε ορυκτά καύσιμα
και εξάντληση των κρίσιμων βιομηχανικών
πόρων, αλλά
αυτή κατά την γνώμη θα είναι
κατά πάσα πιθανότητα οικονομικής φύσεως
και θα προέλθει δια του υπερπληθωρισμού και την κατάρρευσης του παγκόσμιου
συστήματος των fiat
χαρτονομισμάτων, όπως δηλαδή συνέβη
αρκετές φορές στο παρελθόν.
Όμως αυτό που
θα πρέπει να έχουν υπόψιν τους όλοι
αυτοί που τώρα γελάνε με την πρόβλεψη αυτή, είναι ότι δυστυχώς για όλους
μας έχει αποδειχθεί περίτρανα στην
πράξη ότι κάθε φορά που η ιστορία
ομοιοκαταληκτεί, το τίμημα που πρέπει
να πληρωθεί γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο.
Ο “Καθηγητής
Λυκείου”